Αν ήξερα χθες,
πως το ξημέρωμα θα σάλπαρες
για δρόμους μακρινούς θαλασσινούς,
θα σου ‘χα υφάνει μ’ ατσάλινη κλωστή
γερά πανιά, να μη τα σκίζει ο αγέρας
να μη τα τρώει η αρμύρα।
Θα σου ‘πλεκα, ψάθινο πλατύγυρο καπέλο
μη δει το πρόσωπό σου ο ‘Ήλιος και ζηλέψει।
Θα γέμιζα, επτά σταμνιά γλυκό νερό.
Ένα σταμνί, για κάθε θάλασσα,
ποτέ να μη διψάσουν, τα κοραλλένια χείλη σου.
Θα σου έδινα κι ένα γυαλί,
να βλέπεις στο βυθό τους σφουγγαράδες.
Θα σου έδινα και το στερνό θαλασσοπούλι,
πάντα να σου δείχνει στις στεριές, τους παραδείσους.
Εσύ, σαλπάρισες γυμνή· - χωρίς εφόδια.
Χωρίς καν, το τσιμπιδάκι των φρυδιών σου.
Τρίτη, Νοεμβρίου 20, 2007
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου