Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 20, 2007

ΤΙΜΙΟΣ ΚΛΕΦΤΗΣ

Χθες βράδυ, βαριά συγνεφιά· κι όμως… η πανσέληνος
κατέβηκε κάτω απ’ τα σύγνεφα, για χάρη μου, να μου φέξει
το δρόμο προς το ξωκλήσι τ’ Αι Γιάννη του Βαπτιστή.
Μου ‘φεξε και την τελευταία ανηφορίτσα, που οδηγεί
στην πόρτα της Εκκλησιάς με το σκουριασμένο κλειδί,
δεμένο απ’ το σπάγκο· το γύρισα και μπήκα, να κλέψω
τη σκιά της μορφής σου, που ‘χες αφήσει εκεί στο στασίδι
ανάβοντας δυό κεράκια στη μνήμη μας.
Στο μανουάλι, δυό δάκρυα ήταν ακόμη αναμμένα.
Στο θυμιατό, ακόμη το λιβάνι σιγόκαιγε πάνω στα
κατάμαυρα, σαν την ψυχή μου, καρβουνάκια.
Στο σκαλοπάτι του Ιερού, το εκμαγείο σου
όπως το ‘χες αφήσει, τάμα στην εικόνα, φεύγοντας.
Τράβηξα την πόρτα πίσω μου, κλείδωσα κι έφυγα,
μη γίνω ιερόσυλος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: